Από τον παιδίατρο Κώστα Κομματά
Λέξεις κλειδιά που πρέπει να λέμε ή να αποφεύγουμε.
Είναι γεγονός πως συχνά οι γονείς για να καθησυχάσουν το παιδί τους στο ιατρείο μας, του λένε συνεχώς “να μη φοβάται”.
Καταρχήν είναι σφάλμα γιατί το να λες συνεχώς “Mη φοβάσαι” (ακόμα και πριν ξεκινήσει το κλάμα του), έχω διαπιστώσει πως προκαλεί ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα.
Δηλαδή, ένα παιδί, που απλά έχει μια ανησυχία για το τι θα συμβεί, μετά από τα δήθεν καθιστικά λόγια, σε ελάχιστο χρόνο αρχίζει και βάζει το κλάματα.
Αυτό συμβαίνει γιατί το παιδικό μυαλό του, δεν συγκρατεί το ‘’μην’’ αλλά νιώθει το “φοβάσαι” και έτσι – αγαπητοί φίλοι χωρίς λόγο του βάζετε “ψύλλους στα αυτιά του”.
Αν τώρα εμείς οι ίδιοι οι γονείς, από τo δικό μας άγχος νιώθουμε την ανάγκη να πούμε κάτι , τότε πιο σωστό είναι να πούμε:
“Mην στεναχωριέσαι, είμαστε εδώ κοντά σου”.
Όταν πρόκειται να γίνει το εμβόλιο, πάρα πολλές φορές, αρχίζει η ώρα των αδικαιολόγητων ψεμάτων.
Αναγνωρίζω πως οι γονείς κάνουν το λάθος αυτό χωρίς κακή πρόθεση, απλά προσπαθώντας να διαχειριστούν και το δικό τους ακόμα άγχος – μπροστά στη θέα της βελόνας.
Όμως, φίλοι μου είναι ολέθριο σφάλμα, ο γιατρός να ετοιμάζει σχεδόν στα μάτια μπροστά του γονιού και του παιδιού την ένεση και οι γονείς να λένε τα αφελή λόγια… “μη φοβάσαι, τίποτα δεν θα σου κάνει ο γιατρός”.
Συχνά το παιδί πιστεύοντας (όπως άλλωστε πρέπει) τα λόγια του γονιού, εμβολιάζεται “ψυχολογικά” απροετοίμαστο.
Σε αυτές τις περιπτώσεις, νιώθει διπλά ενοχλημένο. Πρώτον, γιατί ο γονιός το πηγαίνει στον παιδίατρο που θα το πονέσει αλλά το σπουδαιότερο, νιώθει προδομένο γιατί του λέει ένα τόσο παράλογο ψέμα, που σε ελάχιστο χρόνο θα αποκαλυφθεί.
Δεν είναι καθόλου αστείο. Μην υποτιμάτε ότι με τέτοια συμπεριφορά των άσκοπων και εντελώς αδικαιολόγητων ψεμάτων, το παιδί εθίζεται από νωρίς στο δηλητήριο του ψεύδους.
Βέβαια, συχνά – συνειδητοποιημένοι κατά τα άλλα γονείς – ακoλουθούν την αντιστροφή λογική, που και εκείνη είναι λαθεμένη. Δηλαδή, μια μέρα ίσως και δύο μέρες πριν αναφέρουν στα παιδιά τους, όχι απλώς την επερχόμενη επίσκεψη στον παιδίατρο, αλλά με ελαφριά καρδιά τους μιλούν και για τον ίδιο τον εμβολιασμό που θα ακολουθήσει.
Η μακρόχρονη εμπειρία μου, μου έδειξε πως πολύ σπάνια, τα σχετικά μικρά παιδιά “επεξεργάζονται” ήρεμα και στωικά ένα τέτοιο συμβάν. Όπως είναι λογικό, τα περισσότερα αρχίζουν από την πρώτη κιόλας στιγμή να αγχώνονται, να διαμαρτύρονται για το κάθε τι, ίσως και να προφασίζονται αιτίες αρρώστιας για να αποφύγουν τον εμβολιασμό και αρκετές φορές την ήμερα επίσκεψης από το ανεξέλεγκτο άγχος τους, προκαταβολικά έχουν κοιλιακό πόνο και εμετούς. Και όλα αυτά, γιατί οι γονείς ενώ ξεκινάν από μια σωστή αφετηρία δίνουν στα παιδιά τους, υπερβολική δόση ειλικρίνειας. Μια πράξη ανεξήγητη και τελικά επιζήμιοι για όλους.
Τι πρέπει να λέμε;
Είτε την ημέρα της επίσκεψης είτε στο σαλόνι αναμονής είτε ακόμα και στο γραφείο μέσα, όταν το παιδί κυριευμένο από το άγχος του εν’ αγωνία ρωτά αν θα πονέσει από το εμβόλιο, ο γονιός πρέπει να μιλήσει πολύ ‘’διπλωματικά’’.
Άρα, δεν λέμε στο παιδί ότι θα πάμε για εμβόλιο.
Του λέμε ότι έχουμε συνάντηση με το γιατρό του.
Αν το παιδί ρωτήσει: “θα μου κάνει εμβόλιο;’’ Η απάντηση είναι μια και μοναδική! Δεν του λέμε ψέματα και δεν του λέμε χαζομάρες του τύπου: “οι άντρες δεν πονάνε”, “τι άντρας είσαι εσύ που φοβάσαι;”.
Τι του λέμε; Ένα πολύ διπλωματικό “Δεν ξέρω”, “έχουμε ραντεβού με το γιατρό, αλλά δεν μπορώ να καταλάβω εάν πρόκειται να σε εμβολιάσει ή όχι”.
Αν το παιδί είναι μεγάλο και είμαστε απολύτως σίγουροι (από την ηρεμία του στις προγενέστερες επισκέψεις στο ιατρείο μας) τότε μπορούμε να πούμε προκαταβολικά την αλήθεια αλλά και πάλι με διακριτικότητα.
Ίσως όλα αυτά να σας φαίνονται υπερβολικές και ασήμαντες λεπτομέρειες. Κάνετε λάθος. Γνωρίζω περίπτωση στο ιατρείο μου όπου παιδί που προηγουμένως, η μητέρα του το εξαπατούσε πως δεν θα τσιμπηθεί το ίδιο αλλά η ίδια, μετά το τέλος του εμβολιασμού, την δάγκωσε λέγοντας την πως το κάνει όχι γιατί δεν με εμπόδισε να το πονέσω, όσο γιατί η ίδια το εξαπάτησε με ένα τέτοιο ψέμα.