Πολλοί γονείς αναρωτιούνται αν πρέπει ή όχι να βάζουν όρια στα παιδιά τους…
Η οριοθέτηση και η θέσπιση κανόνων είναι ένα σημαντικό κομμάτι της διαπαιδαγώγησης των παιδιών και του γονεϊκού ρόλου. Είναι μια πολύ σημαντική διαδικασία για την ανάπτυξη του παιδιού, η οποία ξεκινάει από τα πρώτα έτη της ανάπτυξης του ατόμου του ατόμου και συνεχίζεται καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής.
Οι στόχοι της τοποθέτησης και της τήρησης ορίων και κανόνων είναι το άτομο να μπορέσει να αποκτήσει συγκεκριμένες δεξιότητες και να εξελιχθεί τόσο σε ατομικό όσο και σε ομαδικό επίπεδο:
Προστατεύουν: Τα όρια προστατεύουν, ωστόσο χρειάζεται προσοχή γιατί τα υπερβολικά, αυστηρά και υπερπροστατευτικά όρια περιορίζουν την λήψη πρωτοβουλίας και την απόκτηση εμπειριών. Με τον τρόπο αυτό τα παιδιά γίνονται άβουλοι έφηβοι και μετέπειτα ενήλικες, με μειωμένη κριτική ικανότητα που δυσκολεύονται να πάρουν σωστές αποφάσεις και να ανταπεξέλθουν σε καινούριες και πρωτόγνωρες καταστάσεις.
Δημιουργούν αίσθημα ασφάλειας: Τα μη ξεκάθαρα διατυπωμένα όρια, η ασυνέπεια στην τήρησή τους και τα διπλά μηνύματα δημιουργούν στα παιδιά ανασφάλεια που εμποδίζει την υγιή ανάπτυξή τους. Τα παιδιά δεν ξέρουν τι πρέπει να κάνουν, τι επιτρέπεται και τι απαγορεύεται και μέχρι πού μπορούν να φτάσουν, μέχρι τη στιγμή που θα τους το διδάσκει κάποιος ενήλικας, συνήθως οι γονείς τους. Τα όρια και οι κανόνες δημιουργούν στα παιδιά μια ασφαλή βάση, καθοριστικής σημασίας για τη μετέπειτα ανάπτυξή τους.
Δίνουν στα παιδιά την ικανότητα να δοκιμάζουν, να εξερευνούν, να καταφέρνουν, να αποδοκιμάζονται (ανοχή στη ματαίωση) και να ξαναπροσπαθούν: Τα όρια πρέπει να διατυπώνονται α)με τέτοιο τρόπο, ώστε το παιδί να γνωρίζει μέχρι πού μπορεί να φτάσει και β)με τόση αυστηρότητα, ώστε να του επιτραπεί να δοκιμάσει την παραβίασή τους για να καταφέρει στην πορεία να γνωρίζει, σε ποιες περιπτώσεις οφείλει να σταματάει και σε ποιες να συνεχίζει επιμένοντας.
Διδάσκουν τις βασικές αρχές των κοινωνικών σχέσεων: Τα όρια και η τήρησή τους βασίζονται στην αρχή του αμοιβαίου σεβασμού. Τόσο ο γονιός που διατυπώνει τα όρια οφείλει να σέβεται και να λαμβάνει υπόψη τα μοναδικά χαρακτηριστικά και τις ιδιαιτερότητες του παιδιού, όσο και το παιδί να λειτουργεί με σεβασμό προς τους κανόνες και τις αξίες του οικογενειακού περιβάλλοντος. Επίσης, η τήρηση ορίων συνδέεται με την ανάπτυξης της ηθικής στο παιδί.
Σε ομαδικό επίπεδο: (σε επίπεδο οικογένειας και σε επίπεδο σχολείου)
- Μαθαίνουν στα παιδιά της οικογενειακές παραδόσεις και αξίες
- Διδάσκουν στα παιδιά το πρόγραμμα και τις συνήθειες της κάθε οικογένειας
- Προωθούν τον αμοιβαίο σεβασμό μεταξύ των μελών
Τόσο η ελλιπής όσο και η υπερβολική οριοθέτηση, θέτουν τις βάσεις για ψυχοπαθολογία και αναπτυξιακές δυσκολίες
Τι συμβαίνει αν δεν βάλουμε όρια:
Ανύπαρκτα όρια και Παραβατικότητα: Τα παιδιά που έχουν μεγαλώσει σε περιβάλλον με ανύπαρκτα όρια είναι πολύ πιθανό κατά την εφηβεία να εμφανίσουν παραβατικές συμπεριφορές. Τα παιδιά που δεν έχουν μάθει να ακολουθούν όρια και κανόνες στο οικογενειακό περιβάλλον δυσκολεύονται να αποδεχθούν και να ακολουθήσουν τους κοινωνικούς κανόνες με αποτέλεσμα να εμφανίζουν νεανική παραβατικότητα (απουσίες από το σχολείο, μικροκλοπές κ.ά)
Επιθετικότητα: Η θέσπιση ορίων και η τήρησή τους βοηθά τα παιδιά να αποκτήσουν πειθαρχία. Παιδιά που κατά την παιδική ηλικία δεν έχουν αποκτήσει αίσθημα πειθαρχίας εμφανίζουν έντονα ξεσπάσματα θυμού. Τα ξεσπάσματα αυτά μπορεί να έχουν τη μορφή του “πετάω ή καταστρέφω πράγματα” όταν χρειάζεται να οριοθετήσω τη συμπεριφορά μου ή ακόμα και επιθετικές συμπεριφορές, κυρίως προς συνομηλίκους.
Δυσκολίες σε μαθησιακό επίπεδο: Η έλλειψη πειθαρχίας που προαναφέρθηκε, στη σχολική ηλικία μπορεί να οδηγήσει σε χαμηλή μαθησιακή επίδοση. Τα παιδιά που δεν έχουν αποκτήσει αίσθημα πειθαρχίας έως την ηλικία των 5-6 ετών, δυσκολεύονται να ακολουθήσουν τους κανόνες της τάξης με αποτέλεσμα κατά τη σχολική ηλικία να εμφανίσουν τόσο προβλήματα συμπεριφοράς όσο και δυσκολίες σε μαθησιακό επίπεδο.
Υπέρμετρα όρια και Αγχώδεις Διαταραχές: Οι γονείς, στην προσπάθειά τους να προστατεύσουν τα παιδιά τους, θέτουν υπερπροστατευτικά όρια, τα οποία όμως συχνά λειτουργούν ως τροχοπέδη στη μετέπειτα ανάπτυξη και αυτονόμηση του παιδιού. Παιδιά και έφηβοι που δεν έχουν αυτονομηθεί, δυσκολεύονται να ανταπεξέλθουν σε νέες καταστάσεις, χωρίς τη βοήθεια των γονιών τους, με αποτέλεσμα μεγαλώνοντας να διακατέχονται από έντονο άγχος, χαμηλή αυτοπεποίθηση έως και αγχώδεις διαταραχές.
Τα παιδιά, σε πάρα πολλούς τομείς θα προσπαθήσουν να παραβιάσουν τους κανόνες. Μέσω της παραβίασης και της μετέπειτα αντιπαράθεσης θα αποκτήσουν πολύτιμες εμπειρίες, σημαντικές για την ανάπτυξή τους και τη μετέπειτα ζωή τους. Όταν ένα παιδί παραβιάζει τα όρια, προσπαθεί είτε να ελέγξει τη σταθερότητα των γονιών του, είτε να δοκιμάσει τους γύρω του, είτε να αυξήσει την αυτοπεποίθησή του μέσω της κυριαρχίας του επί των ορίων, είτε να στέλνει ένα μήνυμα για επαναδιαπραγμάτευση και θέσπιση νέου κανόνα. Σε θέματα δευτερευούσης σημασίας, τα όρια είναι ελαστικότερα, έτσι ώστε το παιδί να τα δοκιμάσει και να τα επαναδιαπραγματευτεί, αποκτώντας με αυτό τον τρόπο δεξιότητες που σχετίζονται με την λήψη πρωτοβουλίας, την λήψη ευθυνών, την επίλυση προβλήματος και την αυτοπεποίθηση.
Τέλος, αφήνουμε κάποιους τομείς χωρίς όρια, ώστε το παιδί να αισθάνεται πως κάποιες φορές μπορεί να λειτουργεί αυτόνομα και να αποφασίζει το ίδιο για τον εαυτό του. Τέτοιοι τομείς μπορεί να είναι το ντύσιμο του ή οι βαθμοί σε ένα δευτερεύον μάθημα.